Κολονοσκόπηση
Γνωρίζεται ότι, σύμφωνα με τους επιστήμονες το έντερο, λειτουργεί σαν δεύτερος εγκέφαλος;
Για να δούμε παρακάτω, πόσο σημαντική είναι η κολονοσκόπηση για όλους μας!
Πως γίνεται η κολονοσκόπηση: Προετοιμασία και διαδικασία
Η κολονοσκόπηση (colonoscopy) είναι μια ιατρική εξέταση που γίνεται με μέθη και εξετάζει το εσωτερικό του παχέος εντέρου. Εισάγεται από τον πρωκτό ένας καθετήρας με κάμερα και εξετάζεται το παχύ έντερο σε όλο το μήκος του. Η διαδικασία είναι σε θέση να ανιχνεύει φλεγμονώδεις ιστούς, έλκη, ανώμαλα εξογκώματα, πολύποδες και καρκίνο του παχέος εντέρου. Πρόκειται για μια απλή και ασφαλή εξέταση η οποία διαρκεί 30-60 λεπτά.
Υπάρχουν πολλές ενδείξεις για μια κολονοσκόπηση αλλά οι πιο συνήθεις είναι οι εξής: Αίμα στα κόπρανα, μαύρα κόπρανα, χρόνια διάρροια, σιδηροπενική αναιμία, απώλεια βάρους με συμπτωματολογία από το κατώτερο γαστρεντερικό σύστημα, οικογενειακό ιστορικό πολυπόδων η καρκίνου του παχέος εντέρου, παρακολούθηση ασθενών με φλεγμονώδη νόσο του εντέρου για έλεγχο και αποφυγή επιπλοκών.
Ένας βασικός σκοπός είναι η πρόληψη του καρκίνου του παχέος εντέρου. Ο καρκίνος αυτός προέρχεται από αδενωματώδη πολύποδα ο οποίος μπορεί να υπάρχει για χρόνια στο παχύ έντερο χωρίς να παρουσιάζει συμπτώματα. Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες μελέτες, το 40% όλων των καρκίνων του παχέος εντέρου θα μπορούσε να αποφευχθεί, εάν όλα τα άτομα ηλικίας άνω των 50 ετών έκαναν κολονοσκόπηση. Η εξέταση μπορεί επίσης να μειώσει 60% και τη θνησιμότητα από τον καρκίνο του παχέος εντέρου. Το συμπέρασμα αυτό βασίζεται στην παρακολούθηση 88.900 εθελοντών για δύο δεκαετίες. Ο καρκίνος αναπτύσσεται στον πολύποδα σε διάρκεια 5-10 ετών. Η μακρά βιολογική πορεία προς την κακοήθεια δίνει το χρονικό περιθώριο να προληφθεί ο καρκίνος.
Στο ερώτημα «κάθε πότε πρέπει να γίνεται κολονοσκόπηση;», οι ερευνητές, απαντούν τουλάχιστον μία φορά κάθε 10 χρόνια ξεκινώντας από την ηλικία των 50 ετών. Όσοι όμως έχουν οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του παχέος εντέρου ή οικογενειακό ιστορικό πολυπόδων, ή διαβήτη πρέπει να εξετάζονται συχνότερα και να αρχίσουν σε μικρότερη ηλικία. Να σημειωθεί ότι ο διαβήτης και η κοιλιακή παχυσαρκία συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο για καρκίνο του παχέος εντέρου. Οι νεότεροι άνδρες και γυναίκες με διαβήτη έχουν ποσοστά πολυπόδων παρόμοια με τα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας χωρίς διαβήτη. Αξίζει να τονιστεί επίσης ότι οι άνδρες είναι διπλάσια ευάλωτοι στον καρκίνο του παχέος εντέρου είναι σε σχέση με τις γυναίκες.
Η σιγμοειδοσκόπηση, που συνιστάται να γίνεται μία φορά κάθε 5 χρόνια, είναι μία εξέταση αντίστοιχη με την κολονοσκοπηση, με τη διαφορά ότι δεν εξετάζει ολόκληρο το παχύ έντερο αλλά το χαμηλότερο τμήμα του (το παχύ έντερο έχει ως πρώτο τμήμα του το ανιόν κόλον, μετά ακολουθούν το εγκάρσιο κόλον, το κατιόν κόλον, το σιγμοειδές κόλον και το ορθό που καταλήγει στο στόμιο του πρωκτού.
Στα ιδιωτικά νοσοκομεία το κόστος της κολονοσκόπησης είναι γύρω 180-250 ευρώ (συμπεριλαμβάνονται αμοιβές ιατρών & φαρμάκων-υλικών) και εφόσον χρειαστεί, βιοψία υπάρχει ένα επιπλέον κόστος στην τιμή των 45 ευρώ. Στα κρατικά νοσοκομεία το κόστος είναι μικρότερο.
Προετοιμασία
Ο γιατρός δίνει συνήθως στον ασθενή γραπτές οδηγίες για το πως θα προετοιμασθεί για την κολονοσκόπηση. Η διαδικασία προετοιμασίας του εντέρου για την εξέταση έχει ως στόχο το άδειασμα όλων των στερεών που υπάρχουν στο γαστρεντερικό σωλήνα πριν από την εξέταση.
Αν παίρνετε σκευάσματα που περιέχουν σίδηρο, ασπιρίνη, Salospir ή λαµβάνετε φάρμακα για τη διάρροια θα πρέπει να σταµατήστε 5 μέρες πριν.
Ο ασθενής πρέπει να ακολουθήσει μια ειδική διατροφή χωρίς φυτικές ίνες για δύο ημέρες πριν από την κολονοσκόπηση. Η διατροφή του πρέπει να βασίζεται σε υγρές τροφές και χωρίς ποτά που περιέχουν κόκκινες ή βυσσινί χρωστικές ουσίες. Στα υγρά που μπορεί να λαμβάνει ο ασθενής περιλαμβάνονται οι ζωμοί χωρίς λίπος, οι χυμοί που είναι φιλτραρισμένοι και δεν έχουν φυτικές ίνες, το νερό, ο καφές και το τσάι χωρίς προσθήκες άλλων σκευασμάτων.
Την πρώτη μέρα τρώτε κρέας, ψάρι, κοτόπουλο βραστό ή ψητό, τον ζωμό αυτών (δηλαδή σούπες, χωρίς ρύζι και χωρίς ζυμαρικά). Κρέμες, ζελέδες, γιαούρτι γάλα, τσάι, χαμομήλι κλπ.. Να πίνετε όσο μπορείτε περισσότερα υγρά. Δεν τρώτε ψωμί, φρυγανιές, ζυμαρικά, ρύζι, όσπρια, χορταρικά, φρούτα, πατάτες, ξηρούς καρπούς, κομπόστες. Την δεύτερη μέρα (προηγούμενη της εξέτασης) τρώτε το μεσημέρι σούπα (σκέτη) και γιαούρτι και το βράδυ σούπα (σκέτη).
Τη νύχτα πριν από την κολονοσκόπηση θα χρειαστεί να πάρετε καθαρτικό από το φαρμακείο. Το φάρμακο που λέγεται ……….Eνα κουτί περιέχει 4 φακελάκια. Κάθε φακελάκι το διαλύετε σε 1 λίτρο νερό. Έτσι θα έχετε 4 λίτρα νερό με το φάρμακο διαλυμένο. Θα πίνετε από αυτό το διάλυμα 1 – 1,5 ποτήρια κάθε τέταρτο της ώρας, δηλαδή 1 λίτρο την ώρα. Αυτό θα σας κάνει να πηγαίνετε συνέχεια στην τουαλέτα και έτσι θα καθαρίσει το έντερό σας. Θεωρείται ότι το φάρμακο έχει δράσει καλά όταν φτάσετε να αφοδεύετε καθαρό νερό.
Πώς γίνεται
Σε κάθε περίπτωση η κολονοσκόπηση γίνεται με μέθη, δηλαδή χορηγείται ένα ήπιο κατασταλτικό φάρμακο έτσι ώστε, ενώ διατηρεί ο ασθενής τις αισθήσεις του δεν αντιλαμβάνεται τον πόνο. Πρόκειται για ενδοφλέβια ένεση με κάποιο ηρεμιστικό.
Η κολονοσκοπηση όταν γίνεται από έμπειρο, εξειδικευμένο γαστρεντερολόγο είναι μία εντελώς ανώδυνη για τον ασθενή εξέταση. Ο ασθενής πλαγιάζει στο τραπέζι της εξέτασης. Στη συνέχεια ο γιατρός εισάγει ένα εύκαμπτο σωλήνα μήκους 120 εκατοστών, το ενδοσκόπιο, δια μέσου του πρωκτού. Σιγά σιγά προωθεί το ενδοσκόπιο προς το ορθό και μετά προς το σιγμοειδές κόλον. Το ενδοσκόπιο εισάγει αέριο (διοξείδιο του άνθρακα) που φουσκώνει λίγο το έντερο και επιτρέπει στο γιατρό να βλέπει καλύτερα. Υπάρχει μια μικρή κάμερα ενσωματωμένη στο ενδοσκόπιο που μεταδίδει εικόνες βίντεο προς την οθόνη ενός υπολογιστή. Με τον τρόπο αυτό ο γιατρός μπορεί να εξετάζει προσεκτικά τα εσωτερικά τοιχώματα του εντέρου. Ο γιατρός είναι επίσης δυνατόν να ζητήσει από τον ασθενή να κινηθεί λίγο κάποιες φορές για να μπορέσει να δει καλύτερα το εσωτερικό του εντέρου.
Το ενδοσκόπιο προχωρεί από το σιγμοειδές κόλον, στο κατιόν, στο εγκάρσιο και τέλος στο ανιόν κόλον. Όταν φτάσει στο άνοιγμα του λεπτού εντέρου σταματά και ο γιατρός αρχίζει να τραβά σιγά-σιγά προς τα έξω το ενδοσκόπιο. Κατά τη διαδικασία της εξόδου, ο γιατρός εξετάζει ξανά τα τοιχώματα του παχέος εντέρου. Στην μία ώρα που ακολουθεί μετά την εξέταση, ο ασθενής δυνατόν να έχει κάποιο πόνο ή φούσκωμα. Το ηρεμιστικό φάρμακο χρειάζεται χρόνο για να αποβληθεί.
Αφαίρεση πολυπόδων και βιοψία
Στη διάρκεια της κολονοσκόπησης ο γαστρεντερολόγος μπορεί να εντοπίσει έναν πολύποδα και να τον αφαιρέσει, προλαμβάνοντας έτσι μια πιθανή μελλοντική εξέλιξή του σε καρκίνο. Έτσι η κολονοσκόπηση αποτελεί ιδανική εξέταση για την πρόληψη του καρκίνου του παχέος εντέρου. Συνήθως αφαιρούνται οι πολύποδες που είναι πάνω από 6 χιλιοστά. Οι πολύποδες εξετάζονται μετά στο μικροσκόπιο (βιοψία) για να φανεί εάν έχουν σημεία καρκίνου.
Εκτός από την αφαίρεση πολυπόδων, ο γιατρός μπορεί να πάρει βιοψίες από ιστούς που φαίνονται παθολογικοί. Η εξέταση αργότερα στο μικροσκόπιο των δειγμάτων αυτών μπορεί να δείξει εάν υπάρχει ή όχι κάποια πάθηση.
Η λήψη βιοψίας και η αφαίρεση πολυπόδων από το παχύ έντερο γίνεται με τη βοήθεια πολύ μικρών εργαλείων που υπάρχουν μαζί με το ενδοσκόπιο. Εάν υπάρξει η επιπλοκή της αιμορραγίας ο γιατρός μπορεί να τη σταματήσει με ειδικό ηλεκτρικό χειρουργικό εργαλείο ή με φάρμακα δια μέσου του ενδοσκοπίου.
Οι πιθανές επιπλοκές της εξέτασης περιλαμβάνουν την αιμορραγία και τη διάτρηση του παχέος εντέρου αλλά είναι σπάνιες. Άλλες επιπλοκές μπορεί να είναι δυνατός πόνος στην κοιλιά, πυρετός, αιμορραγικές κενώσεις, ζαλάδα και αδυναμία.
Ανάλυση κοπράνων
Πρέπει να αναφερθεί ότι πολλοί ασθενείς δεν είναι πρόθυμοι να υποβληθούν σε κολονοσκόπηση λόγω των δυσάρεστων συναισθημάτων που δημιουργεί (η διαδικασία απαιτεί προετοιμασία με μεγάλη ποσότητα καθαρτικού ενώ παράλληλα είναι επεμβατική). Προσφέρονται όμως εναλλακτικές λύσεις όπως είναι η εξέταση των κοπράνων.
Ο έλεγχος κοπράνων (εξέταση αν υπάρχει αίμα στα κόπρανα), όταν γίνεται μία φορά το χρόνο μειώνει τον κίνδυνο θανάτου από καρκίνο του παχέος εντέρου κατά 30%, ενώ όταν γίνεται μία φορά κάθε δύο χρόνια ο κίνδυνος μειώνεται κατά 20%. Τα ποσοστά αυτά βασίζονται σε μια μελέτη που δημοσιεύθηκε πρόσφατα από επιστήμονες του Πανεπιστημίου της Μινεσότα οι οποίοι παρακολούθησαν 46.500 εθελοντές για 16 χρόνια.